Ανθρωπιστική Ψυχολογία
Φοίβος Ζαφειρίδης, Ψυχίατρος, Βαλεντίνα Δημητριάδου, Ψυχολόγος, Κατερίνα Σουρλατζή, Ψυχολόγος.
Σημείωμα των επιμελητών: Οι συγγραφείς του κειμένου παρουσιάζουν την ανθρωπιστική ψυχολογία και το πολιτικό και κριτικό της στίγμα, τονίζοντας πως η έννοια της προσωπικής κρίσης βρίσκεται σε άμεση αλληλοεξάρτηση με τις κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις. Δίνοντας έμφαση στη διαφάνεια, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων, «ως ελάχιστες προϋποθέσεις για τη διασφάλιση της ψυχικής υγείας των πολιτών» οι συγγραφείς στο πλαίσιο της κριτικής ψυχολογίας θέτουν υπό αμφισβήτηση την ψυχολογικοποίηση των ανθρώπινων ζητημάτων, εστιάζοντας στην ανάγκη διεύρυνσης του επικοινωνιακού διαλογικού πεδίου.
Η ανθρωπιστική ψυχολογία1 είναι παλιά και ταυτόχρονα διαχρονική. Παλιά γιατί πραγματεύεται έννοιες της ανθρώπινης φύσης και ύπαρξης, τις οποίες ο άνθρωπος ανέκαθεν προσέγγιζε μέσα από διάφορους δρόμους, όπως την τέχνη, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία (Ζαφειρίδης, 2007. Moss, 2001. Schaffer, 1978). Διαχρονική, καθώς ανεξαρτήτως εποχής και χρονικής περιόδου, αποπειράται να υπενθυμίσει ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να ορίζει την πορεία της ζωής του και να δημιουργεί κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα που καλύπτουν τις ψυχοσυναισθηματικές και πνευματικές του ανάγκες (Fromm, 1955). Υπό αυτήν την έννοια πρόκειται, περισσότερο για έναν επαναπροσανατολισμό στην επιστήμη της ψυχολογίας που εστιάζει στην ελευθερία του ανθρώπου, παρά για ένα ξεχωριστό πεδίο ή σχολή.
Σε ένα από τα βασικά κείμενα (Bugental, 1964) για την ταυτότητα της ανθρωπιστικής προσέγγισης διατυπώθηκαν τα εξής αξιώματα που ορίζουν τον νέο προσανατολισμό:
1. Τα ανθρώπινα όντα υπερβαίνουν το άθροισμα των μερών τους. (Ο άνθρωπος λοιπόν δε μπορεί να γίνει κατανοητός μέσα από επιστημονικές μελέτες των επιμέρους λειτουργιών του).
2. Ο άνθρωπος ζει τη ζωή ανάμεσα σε ανθρώπους. (Γι’ αυτό το λόγο δεν μπορεί να γίνει κατανοητός από προσεγγίσεις που αγνοούν τη διαπροσωπική εμπειρία).
3. Ο άνθρωπος έχει επίγνωση. (Αυτό συνεπάγεται ότι δεν μπορεί να γίνει κατανοητός από µια θετικιστική ψυχολογία, η οποία αποτυγχάνει να αναγνωρίσει τη διαρκή και σε πολλά επίπεδα αυτογνωσία του).
4. Ο άνθρωπος έχει επιλογή. (Ο άνθρωπος δεν παρίσταται τυχαία στη ζωή του. ∆ημιουργεί τη δική του εμπειρία).
5. Ο άνθρωπος έχει σκοπό / πρόθεση. (Ο άνθρωπος στοχεύει στο μέλλον, έχει σκοπό, αξίες και νόηµα).
Ο ακρογωνιαίος λίθος της ανθρωπιστικής ψυχολογίας παραμένει η υπαρξιακή φιλοσοφία του Jean Paul Sartre με τους βασικούς της πυλώνες: ελευθερία-επιλογή-υπευθυνότητα. Πρόκειται για τρεις αλληλένδετες μεταξύ τους έννοιες. Η επιλογή προϋποθέτει την ελευθερία και η υπευθυνότητα προϋποθέτει την ελευθερία της επιλογής (Sartre, 1965). Στο ίδιο πνεύμα,ο ιδρυτής της υπαρξιακής ψυχολογίας Rollo Μay (1961) αναφέρει ότι «ανεξάρτητα µε το πόσο μεγάλες είναι οι δυνάµεις που υποτάσσουν τους ανθρώπους και τους μετατρέπουν σε θύµατα, ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να συνειδητοποιεί την κατάσταση αυτή και να επηρεάζει το πώς θα σχετιστεί µε τη µοίρα του». Αξίζει όμως να διασαφηνιστεί το νόημα που δίνει ο Sartre στην Υπευθυνότητα. Θεωρεί ότι η Υπευθυνότητα οφείλει να μην περιορίζεται μόνο στην ευθύνη του εαυτού, αλλά να επεκτείνεται και στους άλλους ανθρώπους. Επομένως, δεν μπορεί να τίθεται η ελευθερία και η αυτοπραγμάτωση ως σκοπός του ανθρώπου, εάν ταυτόχρονα ο ίδιος δεν αγωνίζεται για την ελευθερία των γύρω του και δεν επιδιώκει τη δημιουργία ενός περιβάλλοντός που να ευοδώνει την προσωπική ανάπτυξη και την αυτοπραγμάτωση (Σαρτρ, 1946/2011).
Παρά το γεγονός ότι τα θεμέλια του νέου ρεύματος τέθηκαν το 1940, με τη διάλεξη του Carl Rogers με τίτλο «Νεότερες Ιδέες στην Ψυχοθεραπεία» στο Psi Chi Chapter του Πανεπιστημίου της Μινεσότα (Cain, 2001), μόνο προς τα τέλη της δεκαετίας του 1950 εμφανίζεται ως συγκροτημένο ρεύμα σκέψης με ξεκάθαρο υπόβαθρο και προτάσεις νέων προσεγγίσεων στην Ψυχολογία και Ψυχιατρική (Ζαφειρίδης, 2007). Παρά το γεγονός ότι το νέο ρεύμα δεν έγινε ευρέως αποδεκτό από την ψυχολογική και ψυχιατρική επιστημονική κοινότητα, προετοίμασε το έδαφος για τη διαμόρφωση νέων ριζοσπαστικών κινημάτων. Τέτοια κινήματα αρχίζουν να εμφανίζονται στο τέλος της δεκαετίας του ‘40 με την Ψυχιατρική Θεραπευτική Κοινότητα του Maxwell Jones στην Αγγλία, με την ιεραρχημένη Θεραπευτική Κοινότητα για εξαρτημένους του Charles Dederich το 1958 στις Η.Π.Α., το κίνημα της Κοινωνικής Ψυχιατρικής και το Αντιψυχιατρικό Κίνημα των Laing και Cooper τη δεκαετία του ‘60, το κίνημα της Κοινοτικής Ψυχολογίας τη δεκαετία του ‘60 και στα τέλη της ίδιας δεκαετίας, το κίνημα της Κριτικής Ψυχολογίας. Τα νέα κινήματα εμπνέονται από την ανθρωπιστική προσέγγιση αλλά ταυτόχρονα την εμπλουτίζουν συνδέοντας ευθέως τα ψυχολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα με το πολιτικοκοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσονται.
Οι προσκείμενοι στην κριτική ανθρωπιστική ψυχολογία, αναγνωρίζουν ότι μια κοινωνία υποταγμένη στις ανάγκες της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, αποσαθρώνει τον κοινωνικό ιστό και αντικειμενοποιεί τον άνθρωπο καθώς τον μετατρέπει σε εργαλείο επίτευξης οικονομικών στόχων. Την αλλοτρίωση αυτή την επιτυγχάνει με ποικίλους τρόπους προεξέχουσας της επιβράβευσης των αρνητικών πλευρών της ύπαρξής του, όπως η ανταγωνιστικότητα, ο εγωκεντρισμός και η εκμετάλλευση των άλλων προς όφελος του πλούτου και της δύναμής του (Fromm, 1961). Μια κοινωνία με τέτοιον προσανατολισμό, αδυνατεί νομοτελειακά να καλύψει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες για αγάπη, ασφάλεια, δικαιοσύνη, ομορφιά και αίσθηση του ανήκειν (Ζαφειρίδης, 2007, 2001. Shaffer, 1978. Maslow, 1970). Αυτή η αδυναμία μπορεί να ερμηνεύσει τη διάχυτη ψυχική δυσφορία που παρατηρείται στις σύγχρονες οικονομικά ανεπτυγμένες κοινωνίες (Case & Deaton, 2020. Wilkinson & Pickett, 2010). Έτσι αναδύεται ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος με ακάλυπτες ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες, προσωπικά και κοινωνικά αδιέξοδα, τον οποίο παρουσιάζει ήδη από το 1955 ο Erich Fromm2 και επιβεβαίωσε αργότερα ο Κορνήλιος Καστοριάδης (1996/2000) μιλώντας για τον ανθρωπολογικό τύπο του νεοφιλελευθερισμού (Zafiridis, 2017).
Για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα και τις ψυχολογικές ανάγκες που δημιουργεί η απορρυθμισμένη κοινωνία, οι ιδρυτές της ανθρωπιστικής ψυχολογίας διαπίστωσαν ότι οφείλουν να συμπεριλάβουν στη συζήτηση νέες έννοιες, αδιάφορες για τη μέχρι τότε ψυχολογία. Οι έννοιες αυτές είναι η αγάπη, οι αξίες και το νόημα της ζωής, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η δημιουργικότητα και η αυτοπραγμάτωση. Έννοιες δηλαδή, οι οποίες θέτουν εξ ορισμού το αίτημα για κοινωνική αλλαγή. Ταυτόχρονα, εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την παραδοσιακή ψυχολογία –όπως είχε διαμορφωθεί μέσα από την ψυχαναλυτική σχολή και τον συμπεριφορισμό- η οποία, με την απεικόνιση των ανθρώπων ως θυμάτων είτε ζωικών ενστίκτων είτε κοινωνικού ελέγχου, δεν ήταν δυνατό να παρέμβει στη ρίζα του προβλήματος (Shaffer, 1978). Τα παραπάνω οδήγησαν στη γέννηση ενός νέου προσανατολισμού που επηρεάστηκε επίσης από την φιλοσοφία του υπαρξισμού. Ως μια «τρίτη δύναμη» στη σύγχρονη ψυχολογία, θέτει στο κέντρο του ενδιαφέροντός της, ζητήματα που είχαν μέχρι τότε πολύ μικρή θέση στις υπάρχουσες ντετερμινιστικές θεωρίες και συστήματα. Η έμφαση στη φαινομενολογία, η επίλυση της αποξένωσης και της αλλοτρίωσης και η γνώση του εαυτού και του περιβάλλοντος, είναι μερικά μόνο από τα νέα ζητήματα που βάζει προς συζήτηση το νέο κίνημα της ψυχολογίας (Ζαφειρίδης, 2007).
Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Ανθρωπιστική Ψυχολογία, όπως πολλά ριζοσπαστικά ρεύματα/κινήματα, ακολούθησε μια αμφιλεγόμενη πορεία ως προς την τήρηση των δηλωμένων αρχών και αξιών της. Τις τελευταίες δεκαετίες δεν είναι αμελητέα η κριτική που της ασκείται στην έμφαση που έδωσε στον “εαυτό” και στην αναπόφευκτη αποπλαισίωση των ανθρωπίνων προβλημάτων από το πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον, γεγονός που συνηγορεί στην συντήρηση του υπάρχοντος status quo (Prilleltensky, 1992). Έτσι, μια ανθρωπιστική ψυχολογία που υιοθετεί την αποπλαισιωμένη προσέγγιση, χωρίς να επεκτείνεται στην καταγγελία των πολιτικών αιτίων της δυσφορίας των ανθρώπων (Ζαφειρίδης, 2009, 2007. Zafiridis, 2017. Albee, 1998), δεν εκφράζει απλώς την επιστημονική της ουδετερότητα, όπως υποστηρίζουν οι υποστηρικτές της. Έχει λάβει μια σαφή πολιτική θέση. Καταλήγει να αναπαράγει υπόρρητα την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη αφήγηση, συμφωνα με την οποία η κοινωνική δυσφορία καθώς επίσης η γένεση, η πορεία και η αντιμετώπιση των ψυχολογικών προβλημάτων, αποτελούν ατομική υπόθεση και ως εκ τούτου εξελίσσονται ερήμην της κοινωνικής και πολιτικής συνθήκης. Και καθώς πραγματική θεραπεία δεν μπορεί να επιτευχθεί σε ένα κοινωνικο-οικονομικό “κενό”, το έργο της περιορίζεται σε παρεμβάσεις που ελάχιστα διαφέρουν από τα άλλα ρεύματα που η Ανθρωπιστική Ψυχολογία κατήγγειλε κατά την περίοδο της γέννησής της (Larsen, 1986). Άλλωστε αυτήν τη θέση συνόψισε ο Rogers (1977), όταν έγραφε ότι οι ψυχοθεραπευτές οφείλουν να µην περιορίζονται στην ανακούφιση των συμπτωμάτων των πελατών τους, αλλά να γίνονται φορείς κοινωνικής αλλαγής.
Βιβλιογραφία
Albee, G. (1998). Fifty years of clinical psychology: Selling our soul to the devil. Applied & Preventive Psychology, 7, 189-194.
Bugental, J. F. (1964). The third force in psychology. Journal of humanistic psychology, 4(1), 19-26.
Cain, D.J. (2001). Defining characteristics, history and evolution of humanistic psychotherapies. Στο βιβλίο: D.J. Cain, & J. Seeman (Επιµ. Έκδοσης), Humanistic psychotherapies: Handbook of research and practice (pp. 1-54). Washington DC: American Psychological Association.
Case, A., & Deaton, A. (2020). Deaths of despair and the future of capitalism. Princeton University Press.
Fromm, Er., (1961), Marx’s Concept of Man, New York, E Ungar. Ελληνική έκδοση: Η εικόνα του ανθρώπου στον Μάρξ (1975), Αθήνα, Εκδόσεις Μπουκουμάνη
Fromm, Er., (1955). The Sane Society. New York: Rinehart & Co.
Larsen, K. S. (1986). Development of theory: The dialectic in behaviorism and humanism. Dialectics and ideology in psychology, 219-228.
Maslow, A. (1970). Motivation and personality. New York: Harper & Row.
May, R. (Ed.). (1961). Existential psychology. Crown Publishing Group/Random House.
Moss, D. (2001). The roots and genealogy of humanistic psychology. In: The handbook of humanistic psychology: Leading edges in theory, research, and practice, 5-20.
Prilleltensky, I. (1992). Humanistic psychology, human welfare and the social order. The Journal of mind and behavior, 315-327.
Rogers, C. (1977). Carl Rogers on personal power: Inner strength and its revolutionary impact. New York: Delacorte.
Schaffer, J.P.B. (1978). Humanistic psychology. Englewood Cliffs, N.J.: Prentice-Hall.
Sartre ,J. P. (1965). Situations. New York: George Braziller, Inc.
Wilkinson, R. G. & Pickett, K. E. (2010). The spirit level: why greater equality makes societies stronger. New York: Bloomsbury Press.
Zafiridis, Ph. (2017). “Addiction treatment and recovery mutual aid in Greece: an interview with Dr Phoebus Zafiridis (W.L. White, interviewer) Selected papers of William L. White”, Retrieved from: https://www.chestnut.org/resources/3316dd4e-8fa0-4cf2-a4b7-9f4c0aae6f94/2017-Dr.-Phoebus-Zafiridis-v2.pdf (27/02/2024).
Ζαφειρίδης, Φ. (2009). Εξαρτήσεις και Κοινωνία. Θεραπευτικές Κοινότητες, Ομάδες Αυτοβοήθειας. Αθήνα: Εκδόσεις Κέδρος.
Ζαφειρίδης, Φ., (2007). «Εισαγωγή στην Ανθρωπιστική Ψυχολογία /Ψυχοθεραπεία» Σημειώσεις μαθήματος ανθρωπιστικής ψυχολογίας. Τμήμα Ψυχολογίας Α.Π.Θ.
Ζαφειρίδης, Φ. (2001). Ψυχική υγεία και καπιταλιστική ανάπτυξη. Θεωρητικό υπόβαθρο Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών της Κοινωνικής Κλινικής Ψυχολογίας των Εξαρτήσεων. Στο: Ζαφειρίδης, Φ. (2009), Εξαρτήσεις και Κοινωνία. Θεραπευτικές Κοινότητες, Ομάδες Αυτοβοήθειας (σελ. 203 – 209). Αθήνα: Εκδόσεις Κέδρος.
Καστοριάδης, Κ. (2000). Η Άνοδος της Ασημαντότητας. Αθήνα: Εκδ. Ύψιλον. (Γαλλική έκδοση: 1996).
Σαρτρ, Ζ. Π. (2011). Ο Υπαρξισμός Είναι Ένας Ανθρωπισμός. Αθήνα: Εκδ. Αρσενίδης. (Γαλλική έκδοση: 1946).
Οι επιστημονικοί τίτλοι των συγγραφέων είναι οι εξής: Φοίβος Ζαφειρίδης, Ψυχίατρος, τ. Αναπλ. Καθηγητής Ψυχολογίας ΑΠΘ, Επιστημονικός Υπεύθυνος Προγραμμάτων Προαγωγής Αυτοβοήθειας ΑΠΘ.
Βαλεντίνα Δημητριάδου, Ψυχολόγος, MSc Κοινωνικής Κλινικής Ψυχολογίας των Εξαρτήσεων και Ψυχοκοινωνικών Προβλημάτων ΑΠΘ, Πρόγραμμα Προαγωγής Αυτοβοήθειας ΑΠΘ
Κατερίνα Σουρλατζή, Ψυχολόγος, Πρόγραμμα Προαγωγής Αυτοβοήθειας ΑΠΘ
«Ο μαζικός άνθρωπος, αιχμάλωτος χωρίς να το ξέρει του εγωισμού του, αισθάνεται ανασφάλεια και μοναξιά. Εξαρτώμενος από την επιδοκιμασία, τείνει στον κομφορμισμό και στην ανεκτικότητα. Είναι ανικανοποίητος, δείχνει βαριεστημάρα και άγχος και ξοδεύει το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς του σε μια προσπάθεια να απαλλαγεί από το άγχος του ενώ παράλληλα αφήνοντας αναξιοποίητο το δυναμικό του κατακλύζεται από την αίσθηση πως δεν ζει. Προσηνής πειθαρχικός στη μονότονη εργασία σε παθητικό σχεδόν βαθμό και ολοένα πιο ανεύθυνος, καθώς οι δυνατότητες για να αποφασίζει για τη ζωή του περιορίζονται συνεχώς. Ο ιδανικός επιθυμητός τύπος, μολονότι ποτέ ολοκληρωμένος, διαμορφώνεται από το διαφημιστικό γραφείο και τις οργανώσεις πωλήσεων της σύγχρονης επιχείρησης, ή οργανώσεις πολιτικής προπαγάνδας» (Fromm, 1955)